Home > Όροι > Σερβικά > парна брана

парна брана

За Ввагу непропустљив слој који се наноси на површине затвореног влажног простора како би се спречило кретање влаге до тачке где може да се кондензује због ниже температуре.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Household appliances
  • Category: Air conditioners
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Armana
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 11

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Personal care products Category: Makeup

руменило

Usually a peachy or pinkish highlighter used to create natural rosy cheeks. Applied properly, blush can create a refreshed and energetic look.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Wind

Κατηγορία: Γεωγραφία   1 18 Όροι

Louis Vuitton Handbags

Κατηγορία: Μόδα   3 7 Όροι