Home > Όροι > Σερβικά > амалгам

амалгам

A dental filling material, composed of mercury and other minerals, used to fill decayed teeth.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Υγεία
  • Category: General
  • Company: CIGNA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

sinisa632
  • 0

    Όροι

  • 1

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Λογοτεχνία Category: Chilldren's literature

раме анђео

Раме анђео је уређај земљиште користи за било драматичног или хумористичан ефекта у анимацији и стрипова (и повремено у ливе-ацтион телевизија). Анђео ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Game Types and

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 18 Όροι

Screening Out Loud: ENG 195 Film

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 18 Όροι