Home > Όροι > Σερβικά > монтажа

монтажа

1. (обично плурал) намештај и опрема 2. прављење или уклапање, прилагођавајући се околностима

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Meilleurs Films

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 0 Όροι

Introduction of Social Psychology (PSY240)

Κατηγορία: Επιστήμη   13 5 Όροι