Home > Όροι > Filipino (TL) > tagahanga

tagahanga

A person who has joined a page because they like what that page represents.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Ιντερνετ
  • Category: Social media
  • Company: Facebook
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Mavel Morilla
  • 0

    Όροι

  • 2

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Θρησκεία Category: Βουδισμός

Shakyamuni Buda

Ang makasaysayang Buddha, na nanirahan sa ang 6 na siglo BC at ang pinagmulan ng Budismo at Budistang kaisipan.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Blood Types and Personality

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 4 Όροι

International plug types

Κατηγορία: Τεχνολογία   2 5 Όροι