Home > Όροι > Filipino (TL) > urban

urban

1.Located in or characteristic of a city or city life.

2.Relating to or concerned with a city or densely populated area.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Mavel Morilla
  • 0

    Όροι

  • 2

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα Category: Herbs & spices

kulantro

pampalasa (kabuuan o lupa) Paglalarawan: Ang mga buto mula sa unsoy planta, na may kaugnayan sa pamilya perehil (Tingnang ang Cilantro). Timpla ng ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Blood Types and Personality

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 4 Όροι

French Saints

Κατηγορία: Θρησκεία   1 20 Όροι