Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > Acelerador

Acelerador

Agente el cual acelera la velocidad de curado o vulcanización en un elastómero.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Rubber
  • Category: Processes & equipment
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Violeta Gil
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 9

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Μόδα Category: Μάρκες & ετικέτες

Victoria's Secret

A US retailer of premium quality women's fashion wear, lingerie and beauty products. Victoria's Secret is known for its annual fashion runway show, ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Content management system(CMS)

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 5 Όροι

Quality Management

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 4 Όροι