Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > cápside

cápside

The outer shell of a virus particle that encloses the viral genome.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Gabriela Lozano
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 7

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Μπαρ & νυχτερινά κέντρα Category:

club nocturno

Also known simply as a club, discothèque or disco is an entertainment venue which usually operates late into the night. A nightclub is generally ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

ELDER SCROLLS V: SKYRIM

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 20 Όροι

Kitchen cabinets online

Κατηγορία: Other   1 3 Όροι