Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > hilo dental

hilo dental

Hilo delgado, de nailon, con cera o sin cera, que se introduce entre los dientes para remover la comida y la placa.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Υγεία
  • Category: General
  • Company: CIGNA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Gabriela Lozano
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 7

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ψυχαγωγία Category: Μουσική

Leon Russell

Born in 1942, Russell's birth name is Claude Russell Bridges. He is also sometimes referred to as "The Master of Space and Time". Russell ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

US Dollar

Κατηγορία: Business   2 15 Όροι

Serbian Monasteries

Κατηγορία: Θρησκεία   1 0 Όροι