Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > inserción

inserción

A chromosome abnormality in which a piece of DNA is incorporated into a gene and thereby disrupts the gene's normal function.

See also: chromosome, DNA, gene, mutation.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Biology
  • Category: Genome
  • Company: U.S. DOE
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Gabriela Lozano
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 7

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα Category:

deipnosofista

Una persona que es maestro de la conversación en la mesa, durante la cena.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

The world of travel

Κατηγορία: Other   1 6 Όροι

Indonesia Top Cities

Κατηγορία: Travel   2 10 Όροι