Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > puparium

puparium

The hardened integument within which the pupa is formed from the skin of the last larval instar, as in dipteran flies.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

michael.cen
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 13

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Weather Category: Storms

ventisca

Una condición de mal tiempo se caracteriza por las bajas temperaturas, los vientos 35 mph o más, y la nieve cayendo suficiente y / o soplar en el aire ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

The Mortal Instruments: City of Bones Movie

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 21 Όροι

Dota Characters

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 9 Όροι