Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > leche desnatada

leche desnatada

Milk from which sufficient cream has been removed to reduce its milk fat content to less than 0.5 % (usually less than 0.1%).

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

AlasVerdes
  • 0

    Όροι

  • 3

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Printing & publishing Category: Magazines

freelance

Un periodista “freelance” es un escritor o reportero independiente que trabaja de manera autónoma, generalmente sin un contrato.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

The World of Moroccan Cuisine

Κατηγορία: Food   3 9 Όροι

Beaches in Croatia

Κατηγορία: Travel   2 20 Όροι