Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > irrigación

irrigación

Application of water to soil for the purpose of plant production.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

kokopelli
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Cinema Category: Film types

Disney en China

Disney ha anunciado que llevará sus afamadas películas al mercado chino de cable. El acuerdo proveerá películas de Disney, tanto nuevas como clásicas, ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

The Biggest Lies in History

Κατηγορία: Ιστορία   1 5 Όροι

Hotel management Terms

Κατηγορία: Business   1 2 Όροι