Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > pentagastrina

pentagastrina

A synthetic polypeptide that has effects like gastrin when given parenterally. It stimulates the secretion of gastric acid, pepsin, and intrinsic factor, and has been used as a diagnostic aid.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

kokopelli
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Cinema Category: Film types

Disney en China

Disney ha anunciado que llevará sus afamadas películas al mercado chino de cable. El acuerdo proveerá películas de Disney, tanto nuevas como clásicas, ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Test Business Blossary

Κατηγορία: Business   2 1 Όροι

Harry Potter Series

Κατηγορία: Λογοτεχνία   1 8 Όροι