![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Λογιστική > Auditing
Auditing
The systematic review and examination of an individual's or organization’s accounting records to verify their accuracy.
Industry: Λογιστική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Auditing
Auditing
συναλλαγών
Λογιστική; Auditing
οι συναλλαγές μεταξύ των ατόμων που έχουν καμία σχέση διαφορετικό από εκείνο του αγοραστή και του πωλητή. Η τιμή είναι η πραγματική αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών που πωλούνται. Εάν αγοράζουν ή ...
εισπρακτέων λογαριασμών
Λογιστική; Auditing
Χρέη δεόντως από τους πελάτες από τις πωλήσεις των προϊόντων και υπηρεσιών. Κανονικά ρεύμα ενεργητικού.
πραγματική ενεργητικού
Λογιστική; Auditing
Πραγματικά, απτή ενεργητικού (όπως πολύτιμη αντίκα ή τέχνης, κτίρια, κερμάτων, των βασικών εμπορευμάτων, μηχανήματα και εξοπλισμός, σφραγίδα συλλογή) σε σχέση με χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία ...
πραγματικές επενδύσεις
Λογιστική; Auditing
Χρήματα που επένδυσαν σε παραγωγικές και ενσωμάτων στοιχείων όπως εγκαταστάσεις και μηχανήματα, σε αντίθεση με την επένδυση σε κινητές αξίες ή άλλων χρηματοπιστωτικών ...
πραγματικό επιτόκιο
Λογιστική; Auditing
Επιτόκιο προσαρμόζεται για την αναμενόμενη διάβρωση της αγοραστικής δύναμης εξαιτίας του πληθωρισμού, η οποία υπολογίζεται αφαιρώντας το αναμενόμενο ποσοστό πληθωρισμού από το επιτόκιο ονομαστική ...
πραγματική ταχύτητα
Λογιστική; Auditing
Ρυθμός ανάπτυξης, εισόδημα, τόκοι, των μισθών ή άλλη μεταβλητή αναπροσαρμόζονται για να εξαλειφθεί η επίδραση του πληθωρισμού. ...
πραγματικούς όρους
Λογιστική; Auditing
Το ίδιο με το πραγματικό. Ένα "μισθό που εκφράζονται σε πραγματικούς όρους" είναι μόνο οι πραγματικές μισθολογικές. ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
tim.zhaotianqi
0
Όροι
40
Γλωσσάρια
4
Οπαδοί
Top 10 Telecom Companies of the World 2014
![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)