Home > Βιομηχανία/Τομέας > Λογιστική > Auditing
Auditing
The systematic review and examination of an individual's or organization’s accounting records to verify their accuracy.
Industry: Λογιστική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Auditing
Auditing
επιβεβαίωσης αίτησης που έχει απορριφθεί
Λογιστική; Auditing
Η άρνηση επιβεβαίωσης για ανάληψη μετρητών λογαριασμού ζητάει από τον πελάτη να απαντήσει αν ο πελάτης διαφωνεί με το υπόλοιπο λογαριασμού που ορίζεται από τον πελάτη. Η θετική διατύπωση ζητά από ον ...
Ταχεία μετάδοση
Λογιστική; Auditing
Ενα εξτρα bit που προστίθεται σε μια σειρά bit για να αυξήσει την ακρίβεια της μεταδοσης δεδομένων
κωδικός πρόσβασης
Λογιστική; Auditing
Μια σειρά γραμμάτων που χρειάζονται για την απόκτηση πρόσβασης σε έναν υπολογιστή Οι κωδικοί πρόσβασης χρησιμοποιούνται για τον περιορισμό πρόσβασης σε υπολογιστή σε άτομο χωρίς εξουσιοδότηση ...
Ελεγχος συναδέλφου
Λογιστική; Auditing
Ενα πρόγραμμα ελέγχου πρακτικής άσκησης στο οποίο τα ελεγκτικά έγγραφα μιας εταιρείας CPA ελέγχονται κατά διαστήματα από ανεξάρτητους συνεργάτες άλλων εταιρειών για να προσδιορίσουν τι συνάδει με τα ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
mailmeddd123
0
Όροι
2
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί