Home > Βιομηχανία/Τομέας > Λογιστική > Auditing
Auditing
The systematic review and examination of an individual's or organization’s accounting records to verify their accuracy.
Industry: Λογιστική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Auditing
Auditing
μεταχρονολογημένη επιταγή
Λογιστική; Auditing
Η έκδοση μιας τραπεζικής επιταγής χωρίς το υπόλοιπο που χρειάζεται για να επωφεληθείς σπό ον χρόνο που χρειάζεται προς ...
συγκάληψη,
Λογιστική; Auditing
Ενας τρόπος συγκάληψης μιας απάτης χρησιμοποιώντας πληρωμές που έγιναν από έναν πελάτη για να μειώσει το υπόλοιπο ανάληψης ενός άλλου ...
οδηγίες προγράμματος
Λογιστική; Auditing
Ο προγραμματισμός στην αρχή της διαδικασίας ελέγχου εγγράφων που συνοψίζει τα προγράμματα δεδομένων