Home > Βιομηχανία/Τομέας > Construction > Carpentry

Carpentry

Of or relating to the art of making objects, buildings or furniture out of wood.

Contributors in Carpentry

Carpentry

σπείρα

Construction; Carpentry

Μια σκαλιστά σπειροειδές σχήμα κλασική αρχιτεκτονική? συχνά χρησιμοποιείται σε ζεύγη, όπως και τις πρωτεύουσες της ιωνικούς ...

επενδυμένος τοίχο

Construction; Carpentry

Ένας τοίχος buidling fram με προσανατολισμό της τοιχοποιίας. Είναι nonloadbearing.

άξονα

Construction; Carpentry

Κάθετο τμήμα μιας στήλης ή Πιλάστρο μεταξύ της βάσης και του κεφαλαίου.

όξυνση πέτρα

Construction; Carpentry

Πέτρα μπλοκ που χρησιμοποιούνται για το άλεσμα και να ακονίσετε τις άκρες χάλυβα εργαλείων και εργαλείων, όπως ψαλίδι, μαχαίρια, ξυράφια και εργαλεία όπως Σμίλες και αεροπλάνο ...

ρύθμιση μπλοκ

Construction; Carpentry

Ξύλινο φραγμό που στα rabbet ή αυλάκι της η κατώτατη ράγα για ένα μονωτικό γυαλί φύλλο, σχηματίζοντας ένα κρεβάτι για το ...

Πριστή καπλαμά

Construction; Carpentry

Οποιοδήποτε καπλαμά κοπεί από την ξυλεία με ένα πριόνι αντί να ξεφλουδιστεί μακριά, όπως και τη καθιστώντας περιστροφική κομμένα ...

σομφόξυλο

Construction; Carpentry

Στρώματα του ξύλου που γειτνιάζουν με το φλοιό του δέντρου. Πιο επιρρεπείς στη φθορά από το εγκάρδιο, αν και δεν κάθε ασθενέστερη ή ισχυρότερη. ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Automotive

Κατηγορία: Μηχανική   6 25 Όροι

General

Κατηγορία: Politics   1 13 Όροι