Home > Βιομηχανία/Τομέας > Construction > Carpentry

Carpentry

Of or relating to the art of making objects, buildings or furniture out of wood.

Contributors in Carpentry

Carpentry

σιτάρι

Construction; Carpentry

Αναφορικά με το ξύλινο σιτάρι, το μέγεθος, κατεύθυνση, ρύθμιση προσανατολισμού, Εμφάνιση ή ιδιότητα των ινών σε ...

άγκιστρο πύλη

Construction; Carpentry

Ένας τύπος προσωρινή στερέωση υλικού αποτελείται από μια βίδα με ένα διαμορφωμένο μάτι γάντζο στο άλλο άκρο, που εντάσσεται σε ένα παρόμοιο κομμάτι του ζευγαρώματος. Συχνά δει σε πόρτες οθόνη, πύλες, ...

τρυπανιών

Construction; Carpentry

Εργαλείο χειρός χρησιμοποιημένος για τη διάτρυση των μικρών τρυπών στο ξύλο? αποτελείται από ένα μεταλλικό άξονα με ένα φλάουτο κοπής σπείρα στο ένα άκρο και μια ξύλινη λαβή στο άλλο σταθερό 90 ...

ξεπλύνετε

Construction; Carpentry

Κατάσταση στην οποία δύο παρακείμενες επιφάνειες είναι ακόμη, ή στο ίδιο επίπεδο.

Ίδρυμα

Construction; Carpentry

Το υποστηρικτικό τμήμα μιας δομής κάτω από τον πρώτο όροφο κατασκευή ή βαθμού, συμπεριλαμβανομένων των θέσεων, που μεταφέρει τα φορτία στη ...

διαμόρφωση

Construction; Carpentry

Δομής της ξυλείας ενός κτιρίου που δίνει αυτό είναι δύναμη και σχήμα? περιλαμβάνει εσωτερικά & εξωτερικά τοίχους, οροφή, δάπεδο και την ...

όροις

Construction; Carpentry

Στη βάση ενός ιδρύματος τοίχο, στήλη ή προβλήτα, διαδίδοντας μάθημα ή μαθήματα.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Bilingual Cover Letters

Κατηγορία: Languages   1 14 Όροι

Pain

Κατηγορία: Health   1 6 Όροι