Home > Βιομηχανία/Τομέας > Construction > Carpentry

Carpentry

Of or relating to the art of making objects, buildings or furniture out of wood.

Contributors in Carpentry

Carpentry

καρφιά βαγονίου

Construction; Carpentry

Λεπτό καρφί που χρησιμοποιούνται για την περιποίηση και σχηματοποιήσεις ή άλλο τοποθετεί όπου τρύπες καρφιών πρέπει να είναι μικρό. Έχει ένα μικρό, ημι-σφαιρικό κεφάλι που προορίζεται να είναι ...

ferrule

Construction; Carpentry

Ενίσχυση Crimped μεταλλικό κολάρο στο ένα χέρι εργαλεία, όπως ένα αρχείο ή τη σμίλη, όπου ο άξονας του εργαλείου συναντά την ξύλινη ...

μοριοσανίδα

Construction; Carpentry

Γενικό, ευρεία όρος που αναφέρεται σε φύλλο υλικό που κατασκευάζεται από ξύλο, ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο ή άλλες φυτικές ίνες. Περιλαμβάνει μοριοσανίδες, μοριοσανίδων και ινοσανίδων. ...

φωτιά στάση

Construction; Carpentry

Μια στάση ή το μπλοκ που χρησιμοποιούνται στον τοίχο ενός κτιρίου στο μεταξύ καρφιά, προκειμένου να αποτραπεί η εξάπλωση του καπνού και φωτιάς μέσα από τον εναέριο ...

finial

Construction; Carpentry

Διακοσμητικά διακοσμητικά σχήμα στο τέλος του newels σκάλα. Συχνά μια μπάλα ή ακίδα σε σχήμα στολίδι.

καλαφατίστε

Construction; Carpentry

Ένας τύπος του υλικού πληρώσεως που χρησιμοποιούνται για τη σφράγιση των αρθρώσεων και κενά για παράδειγμα όπου περιζώνοντας πίνακα συναντά έναν ...

κάλυκα άνοιγμα

Construction; Carpentry

Ένα άνοιγμα σε ένα εσωτερικό τοίχο χωρίς μια πόρτα που έχει τελειώσει με την περιποίηση ή παραστάδες.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Types of Friends

Κατηγορία: Επιστήμη   2 4 Όροι

Best Airport in the World

Κατηγορία: Μηχανική   1 5 Όροι