Home > Βιομηχανία/Τομέας > Αρχαιολογία > Evolution
Evolution
Of or pertaining to the change in the genetic composition of a population during successive generations, as a result of natural selection acting on the genetic variation among individuals, and resulting in the development of new species.
Industry: Αρχαιολογία
Προσθήκη νέου όρουContributors in Evolution
Evolution
μοριακή γενετιστές
Αρχαιολογία; Evolution
Επιστήμονες οι οποίοι μελέτη των γονιδίων και χαρακτήρες μέσω λειτουργεί με τα μόρια που συγκροτούν και αλληλεπίδραση με το ...
κατευθυντικό επιλογής
Αρχαιολογία; Evolution
Επιλογή που προκαλεί μια συνεπή αλλαγή κατεύθυνσης με τη μορφή ενός πληθυσμού μέσα στον χρόνο (π.χ., επιλογή για μεγαλύτερο μέγεθος του ...
διακοπές επιλογή
Αρχαιολογία; Evolution
Επιλογή προτιμήσεων φόρμες που αποκλίνουν προς τις δύο κατευθύνσεις από το μέσο όρο του πληθυσμού. Μορφές ευνοεί την επιλογή που είναι μεγαλύτερες ή μικρότερες από το μέσο όρο, αλλά έργα κατά τη μέση ...
συχνότητα-εξαρτώνται από την επιλογή
Αρχαιολογία; Evolution
Επιλογή στην οποία η καταλληλότητα γονότυπο (ή Φαινότυπος) εξαρτάται από τη συχνότητα του πληθυσμού.