Home > Βιομηχανία/Τομέας > Νομική; Legal services > General law

General law

Common terminology used in legal business.

Contributors in Γενική νομική

General law

ωρίμανσης

Νομική; Γενική νομική

Ωρίμανσης εξέταση μπαρ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ πριν έχουν αναπτυχθεί από νομικής πλευράς της γενικής νομοθεσίας.

mootness

Νομική; Γενική νομική

Mootness μπαρ την εξέταση των απαιτήσεων, αφού έχουν επιλυθεί εν γένει νομική δικαστικές διαδικασίες.

στέκεται

Νομική; Γενική νομική

Ένα άτομο έχει στέκεται μόνο εάν αυτή μπορεί να αποδείξει έναν συγκεκριμένο πάσσαλο μπροστά από το ανώτατο δικαστήριο την έκβαση της ...

μόνιμη της οργάνωσης

Νομική; Γενική νομική

Μια οργάνωση (Ένωση μη ανώνυμης εταιρικής μορφής, εταιρία, Ένωση, κλπ) έχει δικαίωμα για να αμφισβητήσει την κυβερνητική δράση που προκαλεί ζημία της ίδιας οργάνωσης. ...

μίσθωσης

Νομική; Γενική νομική

Ένα κράτος ή η σύμβαση με την οποία ο ιδιοκτήτης ενός ακινήτου δίνει αποκλειστική κατοχή της περιουσίας του σε άλλο πρόσωπο, γνωστό ως το μισθωτή. Στην ανταλλαγή αυτή μεταβίβαση της ιδιοκτησίας, ο ...

ικανότητα σύνταξης διαθήκης

Νομική; Γενική νομική

Αναφέρεται στην νόμιμη ικανότητα ενός ατόμου να υπογράψουν τη διαθήκη.

Σταθμός σπίτι εγγύηση

Νομική; Γενική νομική

Είναι ένα είδος της εγγύησης, η οποία χορηγείται σε όσους κατηγορούνται για πλημμελήματα (μικρότερο αξιόποινες πράξεις), και επιτρέπονται για να πληρώσει στο αστυνομικό τμήμα ίδιο, διευκολύνει τους ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Cosa Nostra

Κατηγορία: Other   4 3 Όροι

Social Work

Κατηγορία: Health   1 21 Όροι