Home > Βιομηχανία/Τομέας > Στρατιωτικά > General military
General military
General military terms.
Industry: Στρατιωτικά
Προσθήκη νέου όρουContributors in General military
General military
αποβίβαση
Στρατιωτικά; General military
Η εκφόρτωση στρατευμάτων, εξοπλισμού ή προμηθειών από ένα πλοίο ή αεροπλάνο.
περίοδος
Στρατιωτικά; General military
Ο χρόνος που χρειάζεται ένας δορυφόρος για να ολοκληρώσει μια τροχιά γύρω από τη γη.
οδικό δίκτυο
Στρατιωτικά; General military
Το σύστημα των δρόμων διαθέσιμο σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία ή περιοχή.
στρατιωτική γεωγραφία
Στρατιωτικά; General military
Το εξειδικευμένο πεδίο της γεωγραφίας που ασχολείται με φυσικά και τεχνητά χαρακτηριστικά που μπορεί να επηρεάσουν το σχεδιασμό και τη διεξαγωγή των στρατιωτικών επιχειρήσεων. ...
αεροπορική ιατρική
Στρατιωτικά; General military
Το ειδικό πεδίο της ιατρικής που σχετίζεται με τα βιολογικά και ψυχολογικά προβλήματα της πτήσης.
Συμμαχία
Στρατιωτικά; General military
Η σχέση που προκύπτει από μια επίσημη συμφωνία (π.χ., συνθήκης) μεταξύ δύο ή περισσότερων εθνών για ευρείς, μακροχρόνιους στόχους που προωθούν περαιτέρω τα κοινά συμφέροντα των ...
πολυεθνικός πόλεμος
Στρατιωτικά; General military
Πολεμικές επιχειρήσεις διεξαγόμενες από τις δυνάμεις δύο ή περισσοτέρων εθνών, συνήθως αναλαμβανόμενες μέσα από τη δομή ενός συνασπισμού ή συμμαχίας. ...