Home > Βιομηχανία/Τομέας > Τηλεπικοινωνίες > General telecom
General telecom
Terms relating to telecommunication or communication through technological means.
Industry: Τηλεπικοινωνίες
Προσθήκη νέου όρουContributors in General telecom
General telecom
σφάλμα bit
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Ένα bit που μεταφέρεται από την πηγή στην προέλευση, εντός του χρόνου που έχει οριστεί, αλλά όμως, όταν παραδοθεί, έχει διαφορετική τιμή από εκείνη που στάλθηκε από την ...
ανεπιτυχής κλήση
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Μία προσπάθεια κλήσης που δεν οδηγεί στην επίτευξη μιας σύνδεσης. Συνώνυμο ανεπιτυχής προσπάθεια κλήσης.
ανεπιτυχής προσπάθεια κλήσης
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Μία προσπάθεια κλήσης που δεν οδηγεί στην επίτευξη μιας σύνδεσης. Συνώνυμο ανεπιτυχής κλήση.
διασύνδεσης ηλεκτρονικών δεδομένων (EDI)
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Γενικός όρος για τη διαβίβαση των συναλλακτικών δεδομένων μεταξύ συστημάτων υπολογιστών. EDI συνήθως μέσω μιας μαζικής μεταφοράς, συνήθως σύμφωνο με συνεκτικά ...
πύλη
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Μια ιστοσελίδα που χρησιμεύει ως σημείο εισόδου για τα surfers του World Wide Web. Σημείωση: οι περισσότερες από τις δημοφιλείς πύλες σχεδιάζονται για να βελτιστοποιήσετε τη συμβατότητά τους με μία ή ...
κάθετο portal
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Μια μηχανή αναζήτησης Ιστού που εντοπίζει πολύ ακριβώς μερικές ιστοσελίδες ιδιαίτερου ενδιαφέροντος σύμφωνα με τις συμβολοσειρές χαρακτήρων ή θέμα που τέθηκε ως θέμα αναζήτησης. ...
σύνδεση έκτακτης ανάγκης (ERlink)
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Μια τοποθεσία web που προορίζονται για την ανταλλαγή πληροφοριών με την Κοινότητα ομοσπονδιακό σχέδιο απάντηση ...