Home > Βιομηχανία/Τομέας > Τηλεπικοινωνίες > General telecom
General telecom
Terms relating to telecommunication or communication through technological means.
Industry: Τηλεπικοινωνίες
Προσθήκη νέου όρουContributors in General telecom
General telecom
Πάροχο υπηρεσιών διασύνδεσης τύπου 1
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Ένα ασύρματο SP που χρησιμοποιεί διασύνδεση τύπου 1 (πλευρά του κορμού με γραμμή θεραπείας) με μια άλλη SP τέλος γραφείο ...
κύρια πλακέτα
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Μια μητρική πλακέτα (μερικές φορές εναλλακτικά, γνωστή ως το mainboard, πλακέτα συστήματος, planar Διοικητικό Συμβούλιο ή Διοικητικό Συμβούλιο λογική, ή στην καθομιλουμένη, ένα mobo) είναι ένα ...
συμφωνημένα διασταύρωση
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Ένα στοιχείο κυματοδηγό που έχει τέσσερις ή περισσότερες θύρες και διατάσσονται ότι αν σε τη σωστή σύνθετη αντίσταση, τερματίζονται όλες τις θύρες εκτός από ένα, θα υπάρξει καμία αντανάκλαση της ...
υβριδικό διασταύρωση
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Μια γραμμή κυματοδηγού ή μετάδοσης που τακτοποιείται, έτσι ώστε (α) υπάρχουν τέσσερις θύρες, (β) κάθε λιμένα τερματίζεται με την χαρακτηριστική σύνθετη αντίσταση, και (γ) ενεργειακή ελλιμενίζονται ...
διηλεκτρική κυματοδηγού
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Έναν κυματοδηγό, που αποτελείται από ένα διηλεκτρικό υλικό που περιβάλλεται από ένα άλλο διηλεκτρικό υλικό, όπως αέρα, γυαλί, ή πλαστικό, με χαμηλότερο δείκτη διάθλασης. Σημείωση 1: ένα παράδειγμα ...
αποκοπής παραμόρφωσης χρονισμού
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Έναν κυματοδηγό, ρυθμιζόμενο μήκος, το οποίο ποικίλλει η εξασθένηση σημάτων που διέρχεται από αυτό.
ηλεκτρονικό εμπόριο (e-commerce)
Τηλεπικοινωνίες; General telecom
Ένας τρόπος για να γίνει σε πραγματικό χρόνο επιχειρηματικές συναλλαγές μέσω τηλεπικοινωνιακών δικτύων, όταν ο πελάτης και ο έμπορος που βρίσκονται σε διαφορετικές γεωγραφικές θέσεις. Σημείωση: ...