Home > Βιομηχανία/Τομέας > Τραπεζική > Initial public offering
Initial public offering
Referring to the process of transforming a private company into a public company by selling shares of its stock to the general public for the first time on a securities exchange.
Industry: Τραπεζική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Initial public offering
Initial public offering
hedge fund
Τραπεζική; Initial public offering
Αμοιβαίο κεφάλαιο που συνίσταται στην μακρόπνοη επένδυση σε χρήματα και προαιρέσεις, ενώ δημιουργεί θέσεις σε άλλες εταιρείες που ανήκουν στην ίδια επιχείρηση στην αντίθετη κατεύθυνση ως μέσον ...
ιστορική ομάδα πώλησης
Τραπεζική; Initial public offering
Ενα δελτίο αναφορά ΙΡΟfn που περιέχει ΙΡΟ και την πιθανή ομάδα πώλησης μακρυά από τους ασφαλιστές. Άυτεή η πληροφόρηση παρέχει τα ονόματα εταιρειών που είναι πιθανόν να συμμετέχουν στις προσφορές ...
δικαιούχος εταιρεία
Τραπεζική; Initial public offering
Μια εταιρεία που κατέχει αρκετές μετοχές μιας άλλης εταιρεία για να κατοχυρώσει τον έλεγχο ψήφων.
θερμή λίστα
Τραπεζική; Initial public offering
Κατάλογος όλων τωΝ ΙΡΟ στο σύστημα ΙΡΟ με σαφή προσδοκία βράβευσης (ή βαθμολογία) τουλάχιστον 50-75 βαθμών.
έκφραση ενδιαφέροντος
Τραπεζική; Initial public offering
Ενα εκφραζόμενο ενδιαφέρον στην αγορά και πώληση ενός επενδυτικού προιόντος που εστιάζει στην ποσότητα και τιμή. Αυτό δίνεται σε έναν χρηματιστή ο οποίος με την σειρά του το κοινοποιεί στην ...
εσωτερικοί
Τραπεζική; Initial public offering
Οι μέτοχοι εκείνοι που κατέχουν κεφάλαιο πριν από το ΙΡΟ. Αυτή η ομάδα περιλαμβάνει υπαλλήλους, διευθυντές και επενδυτές προ-ΙΡΟ και ατομικούς και εταιρικούς. ...
πλειοδοσία
Τραπεζική; Initial public offering
Μια αναφορά στο τι πραγματεύεται εμπορικά προσφρόμενη τιμή στο πότε η τιμή πλειοδοσίας στην μετάπώληση είναι η ίδια με την τιμή ...