Home > Βιομηχανία/Τομέας > Λογιστική > Payroll
Payroll
Of or relating to the financial record of employees' salaries, wages, bonuses, net pay, and deductions.
Industry: Λογιστική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Payroll
Payroll
αφαίρεση φόρου από το εισόδημα
Λογιστική; Payroll
Αφαίρεση φόρου που διατίθεται σε υπαλλήλους με χαμηλό εισόδημα. Μπορεί να αφαιρεθεί όταν οι φάκελλοι του υπαλλήλου της επιστροφής του/της φόρου, ή εν μέρει πληρωμής με προκαταβολή από τον εργοδότη ...
αριθμός φορολογικού μητρώου
Λογιστική; Payroll
Ο αριθμός φορολογικού μητρώου αλλοδαπών που εργάζονται στις ΗΠΑ που δεν μπορούν να λάβουν αριθμό φορολογικού μητρώου αλλά πρέπει να αρχειοθετήσουν την πληροφορία επιστροφής φόρου με το ...
μη συμπληρωματικό κόστος υπηρεσίας
Λογιστική; Payroll
Ενα ποσό αποζημίωσης χωρίς φόρο για υπαλλήλους που προσφέρουν υπηρεσίες δωρεάν χωρίς άμεση συμμετοχή του ...
πληρωμή κρατικού φόρου ηλεκτρονικά (EFTPS)
Λογιστική; Payroll
Ενα σύστημα πληρωμής φόρου που προσφέρεται από το Θησαυροφυλάκιο της Νέας Υόρκης και επιτρέπει την πληρωμή φόρων ηλεκτρονικά και χωρίς ...
τηλεφωνικό σύστημα συναλλαγής
Λογιστική; Payroll
Ενα τηλεφωνικό σύστημα που επιτρέπει στους υπαλλήλους να κάνουν αλλαγές μέσω τηλεφώνου στον ατομικό λογαριασμό τους και/ή προσωπικά ...
πληρωμή για εργασία full time
Λογιστική; Payroll
Ενας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον χρόνο εργασίας ενός υπαλλήλου full time (που είναι 1.00 FTE)
συνταξιοδοτικό πρόγραμμα
Λογιστική; Payroll
Πρόγραμμα συνταξιοδότησης που δημιουργείται ή οργανώνεται αποκλειστικά για ένα άτομο και/ή τους δικαιούχους ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί