Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υγεία > Pharmacy
Pharmacy
1) The science and practice of the preparation and dispensing of medicinal drugs. 2) A store where medicinal drugs are dispensed and sold.
Industry: Υγεία
Προσθήκη νέου όρουContributors in Pharmacy
Pharmacy
adoptive ανοσοθεραπεία
Υγεία; Pharmacy
Διαχείριση των κυττάρων του ανοσοποιητικού για τους σκοπούς της θεραπείας του καρκίνου.
προγράμματα αποτοξίνωσης
Υγεία; Pharmacy
Το πρόγραμμα ιατρικά ελεγχόμενης θεραπεία της τοξικομανίας αλκοόλ ή ναρκωτικής έχει σχεδιαστεί να εκκαθαρίσει το Σώμα μεθυστικών ή εθιστικών ουσιών. Ένα τέτοιο πρόγραμμα χρησιμοποιείται ως ένα πρώτο ...
διορθωμένο επιτόκιο
Υγεία; Pharmacy
Ένα ποσοστό ρυθμίζεται έτσι ώστε να είναι ανεξάρτητες από τη διανομή μιας δυνατόν σύγχυσης μεταβλητής. Για παράδειγμα, τα ποσοστά σταθμισμένα κατά ηλικία είναι ανεξάρτητη από την κατανομή ανά ηλικία ...
άμεση μέθοδος ποσοστό τυποποίησης
Υγεία; Pharmacy
Μια μέθοδος προσαρμογής ποσοστά κατά τη σύγκριση δύο ή περισσότερων πληθυσμών- απαιτεί γνώση των συντελεστών ειδικών για κάθε κατηγορία στους πληθυσμούς να προσαρμοστεί και τις συχνότητες σε ...
ταξινόμηση και παλινδρόμησης ανάλυση των δένδρων (CART)
Υγεία; Pharmacy
Μια πολυμεταβλητά μέθοδος που χρησιμοποιείται για την ανίχνευση σημαντικές σχέσεις μεταξύ μεταβλητές οι οποίες χρησιμοποιούνται στη συνέχεια για να αναπτύξουν προβλεπτικά μοντέλα για την ταξινόμηση ...
συνδεόμενα με τα ναρκωτικά θνησιμότητα
Υγεία; Pharmacy
* Η εμφάνιση και επικράτηση των θανάτων που συνδέονται με ναρκωτικά θεραπειών * μία πτυχή, την κοινωνική ανάγκη απευθύνεται στην φιλοσοφία της φαρμακευτικής περίθαλψη ...
diastolic καρδιακή
Υγεία; Pharmacy
Μια συνθήκη που προκαλούνται από αυξημένη αντίσταση για τη συμπλήρωση του ενός ή και των δύο ventricles, Αυτό οδηγεί σε συμπτώματα της συμφόρησης από το ακατάλληλο μετατόπιση προς τα άνω της σχέσης ...