Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υγεία > Pharmacy
Pharmacy
1) The science and practice of the preparation and dispensing of medicinal drugs. 2) A store where medicinal drugs are dispensed and sold.
Industry: Υγεία
Προσθήκη νέου όρουContributors in Pharmacy
Pharmacy
δυσεντερία
Υγεία; Pharmacy
Διάρροια που χαρακτηρίζεται από το αίμα, βλέννα, και λευκοκυττάρων στα κόπρανα με τεινεσμός και πυρετός.
προκλητά δυναμικά
Υγεία; Pharmacy
EEG-με βάση την τεχνική που περιλαμβάνει την μέτρηση της εµβέλειας σε απάντηση στα ερεθίσματα, συνήθως όρασης ή ...
κυκλική οιστρογόνων-προγεστερόνης θεραπεία
Υγεία; Pharmacy
Οιστρογόνο λαμβάνεται συνεχώς, με ένα προγεστερόνης προστεθεί κυκλικά τις τελευταίες 10 έως 14 ημέρες, κατά τη διάρκεια κάθε κύκλο 28 ...
συναρτησιακή ανάλυση
Υγεία; Pharmacy
Αξιολόγησης που εκτελείται από έναν ψυχολόγο προσόντα στην εφαρμοσμένη ανάλυση συμπεριφοράς, για να προσδιορίσετε αν μια συμπεριφορά προκαλείται από κάποιο περιβαλλοντικό παράγοντα. ...