Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υγεία > Pharmacy
Pharmacy
1) The science and practice of the preparation and dispensing of medicinal drugs. 2) A store where medicinal drugs are dispensed and sold.
Industry: Υγεία
Προσθήκη νέου όρουContributors in Pharmacy
Pharmacy
genu varum
Υγεία; Pharmacy
Μιας δυσμορφίας χαρακτηρίζεται από ενδιάμεσο angulation του σκέλους σε σχέση με το μηρό, η επανεισαγωγή υπόκλιση της τα ...
μεταβολικό σύνδρομο
Υγεία; Pharmacy
Μια στον αστερισμό του μεταβολισμού και καρδιαγγειακών αλλαγές που αποτελείται από τουλάχιστον τρία από τα ακόλουθα: της παχυσαρκίας, υψηλής πυκνότητας density lipoprotein (HDL)), χαμηλή αυξημένα ...
κωδικοποίηση του ανδρεικέλου
Υγεία; Pharmacy
Μια διαδικασία στην οποία έχει αντιστοιχιστεί μια κωδικός 0 ή 1 σε μια μεταβλητή ονομαστική πρόβλεψης που χρησιμοποιούνται στην ανάλυση παλινδρόμησης. ...