Home > Βιομηχανία/Τομέας > Electrical equipment > Power supplies
Power supplies
Industry: Electrical equipment
Προσθήκη νέου όρουContributors in Power supplies
Power supplies
ηλεκτρική απορροή
Electrical equipment; Power supplies
Ένα μη-αυτο-διατήρηση απαλλαγή (μερικές φορές ορατές) λόγω ιονισμού του το αέριο που περιβάλλει έναν αγωγό γύρω από την οποία υπάρχει μια τάση κλίση υπερβαίνει ένα ορισμένο κρίσιμη τιμή για ένα ...
ηλιακό στοχείο
Electrical equipment; Power supplies
Μία φωτοβολταϊκή συσκευή που χρησιμοποιείται για τη μετατροπή της ενέργειας του φωτός σε ηλεκτρική ...
κύτταρο
Electrical equipment; Power supplies
Μια ενιαία μονάδα που μπορεί να χρησιμεύσει ως μια πηγή τάσης συνεχούς ρεύματος (DC) από τη μεταφορά των ιόντων κατά τη διάρκεια μια χημική αντίδραση. ...
ημιαγωγός
Electrical equipment; Power supplies
Ένα στερεό κρυσταλλικό υλικό του οποίου η ηλεκτρική αγωγιμότητα είναι ενδιάμεσος μεταξύ αυτής μονωτών και αγωγών, και είναι συνήθως εφαρμόζεται πεδίο και εξαρτάται από τη θερμοκρασία. ...
ηλεκτρόνιο
Electrical equipment; Power supplies
Ένα σταθερό στοιχειώδες, αρνητικά φορτισμένο σωματίδιο, που κινείται κυκλικά γύρω από το κέντρο ή πυρήνα ενός ...
ηλεκτροστατική εκκένωση
Electrical equipment; Power supplies
Ένα απότομο και μεγάλο αύξηση στο ρεύμα με μια μεσολάβηση μόνωση λόγω της πλήρους αποτυχίας του μέσου σύμφωνα με το ηλεκτροστατικό ...
υπέρταση
Electrical equipment; Power supplies
Μια παροδική παραλλαγή των ρεύμα ή/και το δυναμικό σε σημείο του κυκλώματος.