Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary

SAT vocabulary

Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.

Contributors in Λεξιλόγιο SAT

SAT vocabulary

παραιτουμαι, αφήνω, εγκαταλείπω θέση

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να παραιτηθεί, ειδικά προσωρινά, ως δικαίωμα ή αξίωση.

απαγαλακτίζομαι (=απεξαρτώμαι από την 'μητέρα'')

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Μεταφορά (τους νέους) από την εξάρτηση από το μητρικό γάλα σε μια άλλη μορφή της τροφή.

ακονίζω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να κάνει πιο έντονο ή πρόθυμοι.

κλαψουρίζω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να προφέρουν με καταγγέλλοντες τόνο.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Time Measurment

Κατηγορία: Επιστήμη   1 20 Όροι

Apple Watch Features

Κατηγορία: Τεχνολογία   2 8 Όροι