Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary

SAT vocabulary

Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.

Contributors in Λεξιλόγιο SAT

SAT vocabulary

χρησιμοποιώ όπλο

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Για να χρησιμοποιήσετε, τον έλεγχο, ή να διαχειριστείτε, ως όπλο ή μέσο, ιδίως με πλήρη εντολή.

μαραίνομαι

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Χάνω τη φυσική μου μορφή λόγω ελλείψεως θρεπτικών συστατικών και ιδίως νερού.

λογομαχώ, (λογομαχία, διένεξη, διαξιφισμός)

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να διατηρηθεί από την θορυβώδη επιχείρημα ή διαφωνίας.

επιβάλλω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Για την επιβολή, ως εκδίκηση ή τιμωρία.

τραβώ με δύναμη

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να τραβήξει ή δύναμη μακριά από, ή ως από βίαιες στρίψιμο ή στρίψιμο.

σπαρταρώ

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να περιστρέφετε το σώμα, πρόσωπο, ή άκρων ή όπως πόνο ή δυσφορία.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Gossip Girl Characters

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 16 Όροι

Cheeses

Κατηγορία: Food   5 11 Όροι