Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary
SAT vocabulary
Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.
Industry: Εκπαίδευση
Προσθήκη νέου όρουContributors in Λεξιλόγιο SAT
SAT vocabulary
μιμητική, μίμηση >''μίμος''
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
μιμούνται, είναι η δράση της μίμησης ενέργειες κάποιου άλλου, μπορεί να είναι η φωνή, χειρονομίες
παραφέρομαι
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
παρεκτρέπονται, είναι άρρωστος, συμπεριφέρονται κακή ή λανθασμένη συμπεριφορά με βάση την περίσταση.
παρερμηνεύω
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
παρερμηνεύουν = ερμηνεύσει κατά τρόπον ελαττωματικό, δεν πραγματικά να κατανοήσει ή να καταλάβει σωστά.
χάνω
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
χάνω, σημαίνει τοποθετήσουν σε λάθος μέρος, ως εκ τούτου να θέσει σε λάθος μέρος, να θέσει = να βάλει, να τοποθετήσετε ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί