Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary
SAT vocabulary
Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.
Industry: Εκπαίδευση
Προσθήκη νέου όρουContributors in Λεξιλόγιο SAT
SAT vocabulary
απολιθώνομαι
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
απολιθώνομαι, είναι μετατροπή σε οστών, οστεοποίηση, είναι η διαδικασία της λήψης των οστών.
εξοστρακίζω
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
εξοστρακίζω, είναι να εξαιρούν από την δημόσια ή ιδιωτικά εύνοια, τρόπος λάκτισμα από τη χώρα.
διώχνω, βγάζω, αποβάλλω
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
Ούστ, μέσα για να ανοίξει, να εξάγετε, tak έξω, τραβήξτε έξω.
διαρκώ περισσότερο από
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
ξεπεράσει = etym έξω + lst = τελευταία περισσότερο από, έχουν διάρκεια longuer από, πιο υποφερτή από...
επιζώ
Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT
έχαναν = συνεχίσει να φύγει μετά, ή να επιβιώσει μετά...τελευταία μετά... longuer
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Dan Sotnikov
0
Όροι
18
Γλωσσάρια
1
Οπαδοί