Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary

SAT vocabulary

Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.

Contributors in Λεξιλόγιο SAT

SAT vocabulary

απολιθώνομαι

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

απολιθώνομαι, είναι μετατροπή σε οστών, οστεοποίηση, είναι η διαδικασία της λήψης των οστών.

εξοστρακίζω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

εξοστρακίζω, είναι να εξαιρούν από την δημόσια ή ιδιωτικά εύνοια, τρόπος λάκτισμα από τη χώρα.

οφείλω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Είμαι υποχρεωμένος να δώσω ή να ανταποδώσω κάτι.

διώχνω, βγάζω, αποβάλλω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Ούστ, μέσα για να ανοίξει, να εξάγετε, tak έξω, τραβήξτε έξω.

υπερβαίνω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

ξεπεράσει, είναι να ξεπεράσει, να κάνουν από μακριά από...

διαρκώ περισσότερο από

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

ξεπεράσει = etym έξω + lst = τελευταία περισσότερο από, έχουν διάρκεια longuer από, πιο υποφερτή από...

επιζώ

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

έχαναν = συνεχίσει να φύγει μετά, ή να επιβιώσει μετά...τελευταία μετά... longuer

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Interesting facts about Russia

Κατηγορία: Γεωγραφία   1 4 Όροι

Weeds

Κατηγορία: Γεωγραφία   2 20 Όροι