![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υπολογιστές > Workstations
Workstations
Of or pertaining to any computer intended for personal use, but with a much faster processor and more memory than an ordinary personal computer.
Industry: Υπολογιστές
Προσθήκη νέου όρουContributors in Workstations
Workstations
αναφορά
Υπολογιστές; Workstations
Πληροφορική: μια αναφορά σε ένα συγκεκριμένο τμήμα ενός εγγράφου, η οποία περιλαμβάνει έναν σύνδεσμο προς αυτό το ...
διαδοχικά
Υπολογιστές; Workstations
Ακολουθώντας χρονολογική σειρά, 2 ακόλουθα γεγονότα χωρίς διακοπή· αλεπάλληλα.
μοντέλο αντικειμένων εγγράφου (document object model - DOM)
Υπολογιστές; Workstations
Ένα API για πρόσβαση και χειρισμό εγγράφων XML ως δομών δένδρου. Το DOM παρέχει ανεξάρτητα από πλατφόρμα, ανεξάρτητα από γλώσσα περιβάλλοντα τα οποία επιτρέπουν σε προγράμματα και scripts να αποκτούν ...
stderr
Υπολογιστές; Workstations
Το Τυπικό Σφάλμα (Standard Error) είναι ο δείκτης αρχείου Unix προς την τυπική έξοδο σφάλματος. Αυτό το αρχείο ανοίγει όταν ξεκινά ένα πρόγραμμα. ...
ταυτόχρονες διεργασίες
Υπολογιστές; Workstations
Διεργασίες που εκτελούν παράλληλα σε πολλαπλούς επεξεργαστές ή ασύγχρονα σε έναν μόνο επεξεργαστή. Οι ταυτόχρονες διεργασίες μπορούν να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, και μία διεργασία μπορεί να ...
αποκανονικοποιημένος αριθμός
Υπολογιστές; Workstations
Παλαιότερη ονοματολογία για τον μη κανονικοποιημένο αριθμό.