Home > Όροι > Afrikaans (AF) > Buis

Buis

'n Buis of deurgang waardeur iets vloei. In die liggaam is buise 'n deurgangsroete vir die vloei van vloeistowwe.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Anatomy
  • Category: Gross anatomy
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Collin Koortzen
  • 0

    Όροι

  • 1

    Γλωσσάρια

  • 5

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Communication Category: Written communication

Brief

'n Brief is 'n geskrewe boodskap op papier. Hedendaags is dit vreemd om hierdie vorm van kommunikasie te gebruik, tensy dit vir amptelike of ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Serbian Mythological Beings

Κατηγορία: Other   1 20 Όροι

Literary

Κατηγορία: Arts   1 1 Όροι