Home > Όροι > Bengali (BN) > শশা

শশা

A long, green, cylinder-shaped member of the gourd family with edible seeds surrounded by mild, crisp flesh. Used for making pickles and usually eaten raw. Cucumbers have been cultivated for thousands of years.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Fruits & vegetables
  • Category: Fruits
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Sus Biswas
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 14

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Animals Category: Insects

লেডিবাগ

ছোট গোলাকার উজ্বল রং-এর ওপর বিন্দু-র নকশা করা এক ধরনের গুবরে পোকা, এরা সাধারণত অ্যাফিডস্ জাতীয় নরম পতঙ্গ খায়৷

Edited by

Διακεκριμένα γλωσσάρια

The Borgias

Κατηγορία: Ιστορία   2 5 Όροι

Harry Potter

Κατηγορία: Λογοτεχνία   1 141 Όροι