Home > Όροι > Bosnian (BS) > matičnjak
matičnjak
herb (fresh sprigs) Description: Mint-like leaves, also called balm. Sweet, lemon flavor with a citrus scent. Uses: Jams and jellies, salads, soups, teas
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α): balm
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα
- Category: Herbs & spices
- Company:
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Psychology Category: Behavior analysis
grčevi u želucu
Stanje bića - potišteno ili zlovoljano ponašanje, pojavljuju se grčevi, ili razdražljivost. Izvorno značenje ove riječi izvedena iz migrena, što znači ...
Συμβάλλων
Edited by
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Skin care(179)
- Cosmetic surgery(114)
- Στυλ μαλλιών(61)
- Breast implant(58)
- Cosmetic products(5)
Ομορφιά(417) Terms
- Radiology equipment(1356)
- OBGYN equipment(397)
- Συσκευές καρδιακής υποστήριξης(297)
- Clinical trials(199)
- Ultrasonic & optical equipment(61)
- Physical therapy equipment(42)
Ιατρικές συσκευές(2427) Terms
- ISO standards(4935)
- Six Sigma(581)
- Capability maturity model integration(216)
Quality management(5732) Terms
- Υλικό φυσικών επιστημών(1710)
- Μεταλλουργία(891)
- Τεχνολογία διάβρωσης(646)
- Μαγνητική(82)
- Τεστ απόδοσης(1)
Επιστημονικό υλικό(3330) Terms
- Capacitors(290)
- Resistors(152)
- Switches(102)
- LCD Panels(47)
- Power sources(7)
- Connectors(7)