Home > Όροι > Bosnian (BS) > genetsko oboljenje

genetsko oboljenje

Sickness, physical disability, or other disorder resulting from the inheritance of one or more deleterious alleles..

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Biology
  • Category: Genome
  • Company: U.S. DOE
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Lejla Gadzo
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

tonik za lice

Tonik je dio postupka čišćenja lica. Koristi se poslije odstranjivača šminke i čisti sve posljednje tragove nečistoće koji su možda ostali i vraća ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Charlotte Bronte

Κατηγορία: Λογοτεχνία   2 3 Όροι

Tomb Raider

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 3 Όροι