Home > Όροι > Croatian (HR) > modernizacija
modernizacija
The far-reaching process by which a society moves from traditional or less developed institutions to those characteristic of more developed societies.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Sociology
- Category: General sociology
- Company: McGraw-Hill
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Καλλυντικά & φροντίδα του δέρματος Category: Καλλυντικά
sjenilo
Kozmetički proizvod u boji koji se nanosi na očne kapke i obrvne kosti u svrhu naglašavanja. Sjenila obično dolaze u tri glavna oblika, kao sjenilo u ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Printers(127)
- Fax machines(71)
- Copiers(48)
- Office supplies(22)
- Scanners(9)
- Projectors(3)
Office equipment(281) Terms
- SSL certificates(48)
- Wireless telecommunications(3)
Wireless technologies(51) Terms
- American culture(1308)
- Λαϊκή Κουλτούρα(211)
- Γενική κουλτούρα(150)
- Ανθρωποι(80)
Κουλτούρα(1749) Terms
- Zoological terms(611)
- Animal verbs(25)
Zoology(636) Terms
- Fuel cell(402)
- Capacitors(290)
- Motors(278)
- Generators(192)
- Circuit breakers(147)
- Power supplies(77)