Home > Όροι > Macedonian (MK) > посредник

посредник

An independent marketing intermediary, an agent, wholesaler, retailer, etc.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Professional careers
  • Category: Sales
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Hristina Acovska
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ανθρωποι Category: Musicians

Боб Марли

Јамајкански музичар и текстописец кој живеел од 1945 - 1981, и е несомнено најпознатиот реге музичар на сите времиња. Неговата компилација Легенда, ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Top 25 Worst National Football Team

Κατηγορία: Σπορ   1 25 Όροι

a book about health

Κατηγορία: Health   1 1 Όροι