Home > Όροι > Σερβικά > прогресивно опорезивање

прогресивно опорезивање

Taxation that takes a larger proportion of a taxpayer’s income the higher the income is. (See vertical equity. )

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Economy
  • Category: Economics
  • Company: The Economist
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Tijana Biberdzic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ιντερνετ Category: Internet communication

чет бот

Програм који користи софтвер вештачке интелигенције за интеракцију и разговор са људским корисницима.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

NIS education

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 2 Όροι

Automotive Dictionary

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 1 Όροι