Home > Όροι > Σερβικά > глобално зрачење

глобално зрачење

The wavelength distribution of sunlight under a given environment (e.g., under windowpane glass).

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Textiles
  • Category: Manufactured fibers
  • Company: Celanese
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Armana
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 11

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Personal care products Category: Makeup

руменило

Usually a peachy or pinkish highlighter used to create natural rosy cheeks. Applied properly, blush can create a refreshed and energetic look.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Most Expensive Desserts

Κατηγορία: Food   2 6 Όροι

Forex Jargon

Κατηγορία: Business   2 19 Όροι