Home > Όροι > Σερβικά > mikrofon

mikrofon

Uređaj (transduktor) koji se koristi da pretvori zvučne talase u digitalne ili analogne signale; obično se priključuje u pojačivač i koristi za snimanje ili puštanje u etar.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α): mic_₀
  • Blossary: Viser
  • Κλάδος/Τομέας: Events
  • Category: Awards
  • Company: Volkswagen
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

sonjap
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Γεωγραφία Category: Χώρες & Κράτη

Света гора

Greek mountain and pilgrimage site, known as the birthplace of early Christian Orthodox monasticism, housing around 20 Eastern Orthodox monasteries. ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Popular Hair Styles for Black Women

Κατηγορία: Μόδα   1 9 Όροι

Volcano

Κατηγορία: Γεωγραφία   2 19 Όροι