Home > Όροι > Filipino (TL) > awtorisadong tao

awtorisadong tao

Ang taong pormal at karapat-dapat na nabigyan ng kapangyarihan isagawa ang mga tinukoy na mga tungkulin kaugnay sa isang posisyon o kasunduan o kontrata.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Νομική
  • Category: Contracts
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Danilo R. dela Cruz Jr.
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 3

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ανθρωποι Category: Musicians

Michael Jackson

Dubbed the Kind of Pop, Michael Joseph Jackson (August 29, 1958 – June 25, 2009) was a celebrated American music artist, dancer, and ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Ebola

Κατηγορία: Health   6 13 Όροι

Beijing's Top Ten Destinations

Κατηγορία: Travel   4 10 Όροι