Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > altruismo

altruismo

Consideración por el bienestar de los demás en vez de amor propio o egoísmo. Se utiliza para describir poblaciones humanas o animales.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

kokopelli
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Tobacco Category: Cigarettes

cigarros electrónicos

cigarros electrónicos son correos que funcionan con baterías. Dependiendo del modelo o la marca, estos cigarrillos permiten a los usuarios inhalar ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Shoes

Κατηγορία: Μόδα   2 12 Όροι

Camera Brands

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 10 Όροι