Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > bajo

bajo

The largest instrument of the violin family, having three or, usually, four strings, rested vertically on the floor when played.

See double bass.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Μουσική
  • Category: General music
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Sysop02
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Translation & localization Category: Translation

coreano

El coreano es un idioma que se habla en Corea. Hoy en día, hay muchos inmigrantes coreanos en los Estados Unidos.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Indonesia Famous Landmarks

Κατηγορία: Travel   2 6 Όροι

Dota Characters

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 9 Όροι