Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > pepino

pepino

A long, green, cylinder-shaped member of the gourd family with edible seeds surrounded by mild, crisp flesh. Used for making pickles and usually eaten raw. Cucumbers have been cultivated for thousands of years.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Fruits & vegetables
  • Category: Fruits
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Gabriela Lozano
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 7

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ψυχαγωγία Category: Μουσική

Leon Russell

Born in 1942, Russell's birth name is Claude Russell Bridges. He is also sometimes referred to as "The Master of Space and Time". Russell ...

Συμβάλλων

Edited by

Διακεκριμένα γλωσσάρια

The largest countries in the world

Κατηγορία: Γεωγραφία   1 8 Όροι

Webholic

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 2 Όροι