Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > linfadenitis

linfadenitis

inflammation of the lymph nodes.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Gabriela Lozano
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 7

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Photography Category: Professional photography

mesa de luz

box of fluorescent tubes balanced for white light and covered with translucent glass or plastic. Used for viewing, registering or correcting film ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

The Biggest Lies in History

Κατηγορία: Ιστορία   1 5 Όροι

Hotel management Terms

Κατηγορία: Business   1 2 Όροι