Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > cutícula

cutícula

1) In animals, a multilayered, extracellular, external body covering, usually composed of fibrous molecules such as chitin or collagen, and sometimes strengthened by the deposition of minerals such as calcium carbonate. 2) A waxy layer which seals the outer surface of land plants, helping to retain moisture.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Biology
  • Category: Zoology
  • Company: Berkeley
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Gabriela Lozano
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 7

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα Category: Grains

pasta

Italian for little worms. Vermicelli is a very thin spaghetti-shaped pasta.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Fastest Growing Tech Companies

Κατηγορία: Τεχνολογία   2 7 Όροι

World's Geatest People of All Time

Κατηγορία: Ιστορία   1 1 Όροι